Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

ΛΟΥΤΣΙΟ ΜΑΓΚΡΙ

To μεγαλύτερο αμάρτημά του ήταν που έφυγε με τέτοιο τρόπο

Εκτυπώσιμη μορφήSend to friendPDF version
lucio_magri_luciana_castellina.jpg


«Η παραβολή του Μπρεχτ, που διάλεξε για τίτλο του βιβλίου του ο Λούτσιο Μάγκρι, «Ο ράφτης της Ουλμ», ισχύει για τον κομμουνισμό: προς το παρόν δεν τα κατάφερε, αύριο όμως ίσως να τα καταφέρει. Στο παράρτημα αυτού του βιβλίου υπάρχει το κείμενο που είχε γράψει το 1988 ως πλατφόρμα για το 18ο Συνέδριο του ΙΚΚ, το οποίο, αν το διαβάσουμε και σήμερα, μετά από είκοσι χρόνια, μοιάζει να είναι στρατηγικό κείμενο εξαιρετικά επίκαιρο». Λουτσιάνα Καστελίνα
Της Λουτσιάνα Καστελίνα
Δεν μου είναι εύκολο να γράψω για το θάνατο του Λούτσιο Μάγκρι. Εκτός από το ότι μοιραστήκαμε μισό αιώνα πολιτικού αγώνα, υπήρξαμε και σύντροφοι στη ζωή, έστω και σε πολύ παρελθόντα χρόνο.  Μολαταύτα γράφω, υποχωρώντας στο αίτημα των συντρόφων της εφημερίδας, γιατί ο Λούτσιο ήταν πλέον εκτός δημόσιας πολιτικής ζωής εδώ και πάρα πολλά χρόνια και πολλοί με ρωτούσαν τι έκανε, πού βρισκόταν.
Σε μια εποχή κατά την οποία όλη η πολιτική είναι εικόνα, εκείνος είχε χάσει ορατότητα: επειδή είχε αρνηθεί να επανεκλεγεί βουλευτής ήδη από το ‘94, δεν έγραφε πια στις εφημερίδες, μόνο σπάνια δεχόταν την πρόσκληση να συμμετάσχει σε κάποια πρωτοβουλία.  Οι νεότεροι, αυτοί που γεννήθηκαν όταν το ΙΚΚ διαλυόταν και το Pdup (Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας) είχε ήδη δώσει ένα τέλος στην ιστορία του, ίσως να μην είχαν καν ακούσει γι’ αυτόν, αν δεν τον ανέφεραν οι πατεράδες τους που ανήκαν στη γενιά του ’68.
Σιωπηλός, αλλά όχι αμέτοχος
Γι’ αυτό θα ήθελα να μιλήσω προπαντός σ’ αυτούς που δεν τον γνώρισαν, ή δεν τον γνώρισαν καλά. Δεν ήταν αμέτοχος, ο Λούτσιο, ούτε τώρα, κάθε άλλο. Στο μεταξύ υπάρχουν τα πιο πρόσφατα χρόνια, τότε που δημοσιεύτηκε η δεύτερη σειρά του περιοδικού «Μανιφέστο», που έγινε μαζί με την ομάδα που είχε φτιάξει το πρώτο και με μερικούς συντρόφους που τότε είχαν παραμείνει στο ΙΚΚ, ανάμεσά τους τον Ινγκράο και τον Τορτορέλα. Κράτησε πέντε χρόνια από το 1999 ως το 2003, και μετά, για πολλούς λόγους, σταμάτησε. Κρίμα, γιατί σας καλώ να το ξαναδιαβάσετε, είναι γεμάτο με πολύ ενδιαφέροντα γραπτά του Λούτσιο και άλλων συντρόφων. Μέχρι πριν λίγο καιρό ήταν αναγνώσιμο στο αρχείο της ιστοσελίδας του «Μανιφέστο», νομίζω ότι υπάρχει ακόμη.
Από τότε ο Λούτσιο ασχολήθηκε με το βιβλίο που δημοσιεύτηκε πριν δυο χρόνια, που τώρα υπάρχει σε οικονομική έκδοση και έχει μεταφραστεί στην Αγγλία, στην Ισπανία, στην Αργεντινή και τώρα μεταφράζεται στη Βραζιλία. Μια μεγάλη δουλειά, όχι μια αυτοβιογραφία, αλλά μια εμπεριστατωμένη έρευνα για τον ιταλικό κομμουνισμό από την οπτική του διεθνούς πλαισίου, ένας προσεκτικός στοχασμός, ίσως ο μοναδικός που υπήρξε για το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα της Δύσης, για τα αίτια της επιτυχίας του και για τα αίτια που το οδήγησαν στην εξαφάνιση. Δεν λείπει –και το γεγονός ότι δεν έπαυε να αναρωτιέται για την ίδια του τη δράση, ήταν ένα προτέρημα του Λούτσιο– και ένας κριτικός στοχασμός για κάποιες δικές μας απλοποιήσεις, της ομάδας «Μανιφέστο», μόλο που δεν αναφέρεται άμεσα σ’ αυτή την εμπειρία.  Το βιβλίο ονομάζεται «Ο ράφτης της Ουλμ», τίτλος μιας παραβολής του Μπρεχτ: ο ράφτης έλεγε ότι ο άνθρωπος θα πετούσε, ο επίσκοπος πρίγκιπας δεν το πίστευε, και, τέλος, επειδή είχε βαρεθεί την επιμονή του, του είπε «δοκίμασε, πήγαινε στο καμπαναριό και πέσε». Ο ράφτης έπεσε και τσακίστηκε. Όμως ποιος είχε δίκιο;  Γιατί είναι αλήθεια ότι τότε ο ράφτης δεν κατάφερε να πετάξει, αργότερα όμως ο άνθρωπος πέταξε. Η παραβολή ισχύει για τον κομμουνισμό: προς το παρόν δεν τα κατάφερε, αύριο όμως ίσως να τα καταφέρει.


Ο ιταλικός κομμουνισμός
Δεν είναι απαισιόδοξο ούτε ηττοπαθές το βιβλίο του Λούτσιο για τον ιταλικό κομμουνισμό. Ίσα-ίσα που υπάρχει η πεισματική απόδειξη ότι παρόλο που ήταν αναγκαία μια βαθιά ανανέωση του ΙΚΚ, υπήρχαν σημαντικοί λόγοι για να προχωρήσει και, στο παράρτημα, υπάρχει το κείμενο που είχε γράψει το 1988 ως πλατφόρμα για το 18ο Συνέδριο, το οποίο, αν το διαβάσουμε και σήμερα, μετά από είκοσι χρόνια, μοιάζει να είναι στρατηγικό κείμενο εξαιρετικά επίκαιρο.
Αυτό γιατί ο Λούτσιο είχε μια μεγάλη ικανότητα πρόβλεψης: μαζί με τον Φαμιάνο Κρουτσανέλι και τον Άλντο Γκαρτσία, τον τελευταίο καιρό, είχε αρχίσει να μαζεύει πολλά γραπτά και ντοκουμέντα για την ιστορία μας πριν από το ‘68, την εποχή του λεγόμενου ρεύματος Ινγκράο, μετά για το «Μανιφέστο» και το Pdup, και πολλά από αυτά τα ντοκουμέντα τα είχε συντάξει ο ίδιος. Είναι πολύ ενδιαφέροντα, γιατί πολλές θεματικές, που μοιάζουν να έχουν ανακαλυφθεί πρόσφατα, επεξηγούνται ήδη: από το οικολογικό ζήτημα, μέχρι την κρίση της δημοκρατίας, μέχρι την παρακμή της αμερικανικής υπεροχής και τις συνέπειές της. Δεν υπάρχει επίκληση των «νέων αντιθέσεων της εποχής μας» σύμφωνα με το τελετουργικό, αλλά αυτές οι θεματικές αναλύονται εκτενώς και αποτελούν ερέθισμα για μια νέα στρατηγική. Πιστεύω ότι θα πρέπει να συγκεντρώσουμε και να διαδώσουμε αυτά τα γραπτά, πιθανά βρίσκοντας έτσι την ευκαιρία να τον θυμηθούμε, μιας που τώρα μας λείπει, γιατί μας άφησε λέγοντάς μας  ότι δεν ήθελε επικήδειες τελετές.
Η επιστροφή και η δεύτερη έξοδος από το ΙΚΚ
Γυρίζοντας την Ιταλία βρίσκω πραγματικά πολλές συντρόφισσες και συντρόφους που μου λένε ότι η πολιτική εποχή  που ζήσαμε μαζί, είχε αποφασιστική σημασία για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς τους. Ακόμη και την ιστορία του Pdup, που γεννήθηκε ως συνέχεια του λεγόμενου «Οργανωμένου Κινήματος του Μανιφέστο», όταν ενωθήκαμε με την ομάδα του Βιτόριο Φόα που ανήκε προηγουμένως στο Psiup (Ιταλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Προλεταριακής Ενότητας), νομίζω ότι θα έπρεπε να την επανεξετάσουμε και να την κάνουμε γνωστή.
Αυτό το κόμμα το βλέπαμε πάντα σαν κάτι μεταβατικό, γιατί διακαής επιθυμία μας ήταν να ανασυγκροτήσουμε τις γραμμές του ιταλικού κομμουνισμού και όχι να αποκρυσταλλώσουμε ένα μικρό κόμμα, μια δύσκολη επιλογή που πολλές ομάδες της νέας αριστεράς δεν κατανόησαν και ήταν μάλιστα γι’ αυτούς αιτία χλευασμού.
Το ‘84 ξεκινήσαμε τη συζήτηση για να αποφασίσουμε αν θα ξαναμπαίναμε στο ΙΚΚ: ήμασταν σε πλήρες καθεστώς Κράξι και ένας νέος αντικομμουνισμός κέρδιζε έδαφος, το να μένουμε χωρισμένοι δεν είχε νόημα, γιατί τότε είχε συμβεί η αποκαλούμενη «στροφή του Σαλέρνο», όταν ο Μπερλινγκουέρ  είχε θέσει τέλος στην εθνική ενότητα, είχε καταγγείλει την κατάντια της πολιτικής και είχε έλθει σε οριστική ρήξη με τη Σοβιετική Ένωση.
Ο ίδιος ο Μπερλινγκουέρ ήταν αυτός που, χωρίς προειδοποίηση, ήρθε να ακούσει την εισήγηση του Λούτσιο στο συνέδριό μας του 1984 και μετά μας ζήτησε να επανέλθουμε, μιας που οι διαφωνίες που μας είχαν χωρίσει ήταν πλέον σε πολύ μεγάλο βαθμό ξεπερασμένες. Ίσως να ένιωθε ότι υπήρχε ανάγκη, στο ΙΚΚ, της ενέργειας των στελεχών μας, για να καταπολεμήσει τις παρεκκλίσεις «εξομάλυνσης».  Μα λίγους μήνες αργότερα πέθανε και ξαναβρεθήκαμε σε ένα ΙΚΚ που ήταν πλέον κάτι εντελώς διαφορετικό, χειρότερο από εκείνο που μας είχε διώξει.
Κι έτσι στην πραγματικότητα ο Λούτσιο βρέθηκε επικεφαλής της αντίθεσης με τη διάλυση του κόμματος. Η ομιλία που εκφώνησε στο Άρκο, όπου έγινε η τελευταία συνέλευση της πρότασης τού όχι στη στροφή του 21ου Συνεδρίου του ΙΚΚ, εκείνο το Γενάρη του ’91, είναι –και αυτό- ένα σαφές και μοντέρνο πρόγραμμα για την αριστερά. Θα έπρεπε κι αυτό να ξαναδιαβαστεί.
Δεν του δώσαμε λόγους για να μείνει...
Ο Λούτσιο δεν είχε εύκολο χαρακτήρα. Ο καλύτερος φίλος του, ο Μικελάντζελο Νοταριάνι, έλεγε για κείνον ότι είχε τεράστια προτερήματα, αλλά του έλειπαν τα ενδιάμεσα συναισθήματα. Ήταν απόλυτα αληθές: ήταν υπερβολικά γενναιόδωρος από διανοητικής πλευράς –μια σειρά από κείμενα χωρίς υπογραφή είναι στην πραγματικότητα δικά του, αλλά δεν τον ενδιέφερε καθόλου να αποδοθούν σε εκείνον, τον ενδιέφερε εκείνες οι ιδέες να κυκλοφορήσουν– έμοιαζε αγενής και αλαζόνας και ενώ ήταν έτοιμος να στοχαστεί τα λάθη του, δεν συγχωρούσε τα λάθη των άλλων, γιατί ήταν υπέρμετρα, ενοχλητικά ακεραιοκράτης.
Όμως το μεγαλύτερο αμάρτημά του ήταν το ότι έφυγε μ’ αυτόν τον τρόπο. Θεωρούσε ότι δεν μπορούσε πια να δώσει τίποτα για μια αναγέννηση της αριστεράς, για την οποία έλεγε «θα υπάρξει, αλλά θα χρειαστούν δεκαετίες κι εγώ σε κάθε περίπτωση δε θα είμαι σε θέση να συνεισφέρω με οποιονδήποτε τρόπο». Φυσικά έκανε λάθος, γιατί θα μπορούσε ακόμη να μας βοηθήσει.  Μα η κατάθλιψη που τον είχε βρει, αφού παρακολούθησε μέρα με τη μέρα, επί τρία χρόνια, την τρομερή επιθανάτια αγωνία της Μάρας, της συντρόφου του, με την οποία είχε περάσει τα τελευταία 25 χρόνια και την οποία αγαπούσε πάρα πολύ, τον είχε τσακίσει. Δεν είχε πια κάτι που να τον κρατάει, κι εμείς οι φίλοι και οι σύντροφοί του δεν ήμασταν ικανοί να του δώσουμε αρκετούς λόγους για να μείνει.
Il Manifesto/Εποχή
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλό το κείμενο-αφιέρωση.
Ευχαριστούμε

eApenanti είπε...

ξέχασα να πώ: για ένα διάστημα χάθηκες..

Unknown είπε...

Καλημερα.
Ανωνυμε, πιστευω πως σημερα που ζουμε το παρελθον υπαρχει αναγκη να καταλαβουμε τι καναμε!!!!

Unknown είπε...

e-Apenanti, Καλη σου μερα.
Σου εχει σημβει, να νιωθεις πως εχεις τοσα να πεις, πως γνωριζεις πολλα, ενω ταυτοχρονα μεχρι χθες πιστευες πως γνωριζεις γραφη και αναγνωση ,ξαφνικα να εχεις την αισθηση πως οι λεξεις εχουν ευτελιστει τοσο, που δεν αποδιδουν πλεον τα συναισθηματα και την πραγματικοτητα.
Οτι ο περιγυρος τελικα εχει κλεισει ερμητικα αυτια, ματια και η πολυδιαφημισμενη ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ειναι μια νεα ΛΕΞΗ για ΒΕΡΜΠΑΛΙΣΜΟ.;;;
Ελπιζω πως επανερχομαι!!!!
Ευχαριστω για την παρουσια σας.

eApenanti είπε...

Καλησπέρα Τασούλα,

Κάθε λέξη είναι κενή ακόμη και αυτές που είναι καινές, αν δεν πάνε αντάμα με τις πράξεις μας. Ή μάλλον οι πράξεις είναι αυτές που πρέπει να γεννούν τις λέξεις.
Τότε όλα, μα όλα θα αλλάξουν.
Καλό σου βράδυ λοιπόν και ευχαριστώ για την επίσκεψή σου στο blog μου.
Θανάσης